Γράφει ο ΕΡΜΙΠΠΟΣ
Ενώ η Ελλάδα κυβερνιέται, εξουσιάζεται (και μέρα με την μέρα συντρίβεται και βυθίζεται) από την αμήχανη και συγχυτική τριανδρία των Σαμαροβενιζελοκουβέληδων οι πάντες ασχολούνται εντατικά και επίμονα και σχεδόν αποκλειστικά με τον Τσίπρα. Μέχρι και το πιο ανεπαίσθητο νεύμα του αποτελεί πλέον αιτία βαθυστόχαστου σχολιασμού και (συνήθως πολεμικής) εκτεταμένης ανάλυσης. Μια ακόρεστη Τσιπρολαγνεία έχει καταλάβει και συνεγείρει το πανελλήνιο.
Άλλη εξήγηση, από του ότι οι πάντες είναι πλέον πεπεισμένοι ότι ο εξαίρετος αυτός πολιτικός αρχηγός είναι ήδη πρωθυπουργός σε βραχεία αναμονή και ότι πρέπει να συνετισθεί και να καλοπιασθεί εκ των προτέρων, δεν υπάρχει.
Αν το παραπάνω δεν είναι απόλυτα αληθές και η επιδίωξη των τσιπρομάχων είναι απλά η πολιτική φθορά του φερέλπιδος νέου πολιτικού, έτσι, για καλό και για κακό, οι δράστες θα πρέπει να ελεγχθούν για ανοησία. Μιας και κάνοντας ότι κάνουν επιτυγχάνουν το εντελώς αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.
Διότι, αφενός, το κοινό στο οποίο λογικά απευθύνονται, αυτό των υποψηφίων ψηφοφόρων του Αλέξη μας, διόλου δεν συγκινείται πια, -διεγείρεται μάλιστα θετικά, θα έλεγα-, από την επισήμανση τόσο του εξτρεμισμού όσο και των κραυγαλέων αντιφάσεων, που ξεχειλίζουν είναι η αλήθεια, στον δημόσιο λόγο του ΣΥΡΙΖΑ.
Διότι ο εξτρεμισμός αυτός είναι χάδι μπροστά στα τωρινά πάθη του στρατού των ανέργων και οι αντιφάσεις υποσχέσεις παραδείσων, για ανθρώπους που βρίσκονται ήδη στην κόλαση και που δεν αγγίζονται από διλήμματα για μια θεωρητικής αξίας σωτηρία και για την διασφάλιση μιας δήθεν ευρωπαϊκής πορείας της χώρας. Που στα χέρια της ανήθικης και αδίστακτης πολιτικής τάξης έχει κι αυτή χάσει κάθε νόημα και έχει ξεπέσει, όπως όλα όσα από καιρό νοηματοδοτούν ανεπαρκώς τον βίο μας, σε φτηνό και ανούσιο ιδεολόγημα. Η σωτηρία της πατρίδας, όπως εκτελείται, δεν τους αφορά, μια και αυτή η πατρίδα έχει πάψει από πολλού να τους περιλαμβάνει, στο πρακτικό τουλάχιστο επίπεδο, αυτό της εξασφάλισης του επιούσιου.
Αφετέρου, οι δραστήριοι επικριτές του Τσίπρα, κάνουν ότι μπορούν για να διευρύνουν, μέρα με την μέρα, το, δικαίως ή αδίκως, απελπισμένο αυτό κοινό. Ακόμη και μέσα στις ίδιες τις τάξεις των κατάφωρα ευνοημένων δημοσίων υπαλλήλων. Που αντί να ακούσουν με σθεναρή φωνή ότι η πολιτική τάξη κάνει ότι μπορεί, τσαλαπατώντας την υπόλοιπη κοινωνία, για να διατηρήσει, έστω σε περιορισμένο βαθμό, τα παράλογα προνόμια τους, προνόμια που σε καμία περίπτωση δεν ισοσκελίζονται από την παραγωγικότητα, βλέπουν του άθλιους κομματάρχες να μιξοκλαίγονται μπροστά τους, ότι δήθεν θα έπρεπε να τους δώσουν περισσότερα αλλά οι "προσωρινές" συνθήκες, -προσωρινές μόνον, που δεν μπορεί παρά να αλλάξουν-, δεν το επιτρέπουν. Και να απεικονίζουν τον καημό αυτό για την "αδικία" σε κούφια εφευρήματα και υποσχέσεις του τύπου της "ρήτρας αναπλήρωσης", που όλοι κατά βάθος ξέρουν ότι δεν πρόκειται να πραγματοποιηθούν ποτέ.
Καταντούν έτσι να εισπράττουν αποστροφή και μίσος, ακόμη και από εκείνους που θα έπρεπε να ξεπληρώνουν με ευγωμοσύνη. Και όχι μόνον. Με τον τρόπο αυτό συνεχίζουν να συντηρούν στους κόλπους των παραδοσιακών πελατών τους την αίσθηση κατοχής ενός μη διαπραγματεύσιμου δικαιώματος που τώρα απαλλοτριώνεται αδίκως. Ενός δικαιώματος που πηγάζει από την αρχική συμφωνία του Οθωμανού πολιτικού με τον εξίσου Οθωμανό πελάτη. Εγώ σε διορίζω και σου εξασφαλίζω το προνόμιο να ζεις χωρίς να σκάπτεις. Εσύ έχεις μια και μόνη υποχρέωση. Να με ψηφίζεις και να συντάσσεις, χωρίς να ρωτάς, τις διοικητικές πράξεις που είναι απαραίτητες για τις δουλειές μου. Τα τυχερά και ότι περισσέψει στο τραπέζι δικά σου.
Η κοντόφθαλμή και αδιέξοδη αυτή τακτική διευρύνει το χάσμα στην κοινωνία, παγιώνει την ύπαρξη των στεγανών, ανάμεσα στο ιδιωτικό και το κρατικοδίατο κομμάτι του πληθυσμού και διαιωνίζει την διαμάχη που ξεκίνησε με την αποκάλυψη της οικτρής κατάστασης της οικονομίας, εγκυμονώντας θανάσιμους εθνικούς κινδύνους για το μέλλον. Παράλληλα δεν ευνοεί την απόκτηση επίγνωσης του προβλήματος, που είναι όρος, εκ των ων ουκ άνευ, για την εξεύρεση και εφαρμογή μιας εφικτής και βιώσιμης λύσης.
Ενώ, λοιπόν, το καράβι αρμενίζει αμέριμνο με πορεία προς τα βράχια, η χώρα διοικείται ατύπως από μια τρόικα ξενόγλωσσων υπαλλήλων, -που ναι μεν ξέρουν τι πρέπει να κάνουν αλλά δεν διαθέτουν την δυνατότητα να νομοθετήσουν οι ίδιοι και να ελέγξουν εσωτερικά, σε μικροεπίπεδο, την κρατική μηχανή-, η ηγετική τριανδρία, βυθισμένη σε υπαρξιακό πανικό, εφαρμόζει αμήχανα τις ατελείς εντολές και η αστική διανόηση τσιπρολογεί ακατάπαυστα, μήπως και ξορκίσει το μεγάλο κακό, που άρχισε τελευταία να πείθεται ότι, το δίχως άλλο, την περιμένει.
Δηλώνει μάλιστα και την έκπληξη της για τα πρωτόγνωρα φαινόμενα του εκχυδαϊσμού του δημόσιου λόγου, από θεσμικά πρόσωπα πολλής περιωπής, όπως είναι ο ίδιος ο πρόεδρος της έρμης της βουλής μας. Το παράδοξο, όμως, είναι ότι, πολλά χρόνια τώρα, ο συμπαθής Βαγγέλας ποτέ δεν κρύφτηκε. Αυτός ήταν ο λόγος του και αυτόν εξέπεμπε αδιακρίτως, δεξιά και αριστερά, με φρόνημα και αυτοπεποίθηση. Και γι' αυτόν τον όμορφο λόγο είναι που όλοι εμείς τον αγαπήσαμε. Και αυτόν και τους φίλους του. Όλους τους φίλους του.
Posted in: ΑΡΘΡΑ
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
BlogThis!
Μοιραστείτε το στο Facebook
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου