Γράφει ο Έρμιππος
Τι σημαίνει πολιτική διαπραγμάτευση, στο πλαίσιο ενός προσυμφωνηθέντος και κατ' ουσίαν αμετακίνητου στόχου; Είναι η αντικατάσταση ενός σχεδίου δράσης με ένα άλλο, εναλλακτικό, που αυτός που ζητά την υιοθέτησή του θεωρεί ότι θα οδηγήσει καλύτερα και αποτελεσματικότερα στο τελικό ζητούμενο.
Καλώς ή κακώς, οι δανειστές μας έχουν συντάξει κάποιο σχέδιο. Με πολλά λάθη, βέβαια, που προκαλούνται, όμως, όχι από την τεχνική τους ανεπάρκεια αλλά από την άγνοια των συνθηκών που επικρατούν στην χώρα μας και κυρίως από την κακή εκτίμηση της θέλησης της πολιτικής τάξης να υποστηρίξει κάποιες αλλαγές και της ικανότητας της διοίκησης να τις εφαρμόσει. Έλλειμμα που οφείλεται ξεκάθαρα στην δική μας ανειλικρίνεια.
Εμείς, από την μεριά μας, ζητάμε πολιτική διαπραγμάτευση για την αλλαγή αυτού του σχεδίου. Αλλά χωρίς να προτείνουμε κάποιο άλλο που θα το αντικαταστήσει. Σε σχέση με την δράση, την έστω και λανθασμένη, προτείνουμε την ακινησία, εν αναμονή, προφανώς, κάποιου θαύματος. Το "δώστε μας περισσότερο χρόνο" δεν είναι σχέδιο. Ζητούμε χρόνο για ποιο πράγμα;
Ένα παράδειγμα μόνον. Τρία χρόνια τώρα καμία κρατική αρχή, κανένα επιμελητήριο, κανένας συλλογικός φορέας δεν έχει κάνει κάτι που έπρεπε να γίνει, με κατεπείγουσες διαδικασίες, από την πρώτη στιγμή. Μια χαρτογράφηση του, έστω φτωχού, παραγωγικού δυναμικού της χώρας με σκοπό την εκτίμηση των δυνατοτήτων υποκατάστασης των εισαγωγών. Με πρώτο τομέα αυτόν των κρατικών προμηθειών, που θα μπορούσαν, κατευθυνόμενες μαζικά σε ελληνικές επιχειρήσεις, να προσφέρουν όχι μόνον μια αναθέρμανση της αγοράς αλλά και μια αίσθηση εμπιστοσύνης και συνεργατικής ενότητας του πληθυσμού.
Να, λοιπόν, ένα καλό πεδίο πολιτικής διαπραγμάτευσης, στην περίπτωση που κάποιοι από τους εταίρους μας θα προέβαλαν τυχόν αντιρρήσεις. Και τα επιχειρήματα θα ήταν πολλά σε βάρος τους. Το καρτέλ των φίλτρων αιμοκάθαρσης, για παράδειγμα, δεν λειτούργησε αυτόνομα στην χώρα. Στηρίχθηκε ενεργά από τους βαριά ένοχους γερμανικούς κολοσσούς. Και στηρίζεται ακόμη και σήμερα. Αλλά αυτά χρειάζονται στοιχειώδη γνώση. Και κάποιο όραμα.
Αντ' αυτού η ανίκανη πολιτική ηγεσία θυμήθηκε τώρα και ψελλίζει κάποιες ανέξοδες κοινοτοπίες περί εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού και περί αυτόματης διαμόρφωσης του επιχειρηματικού και οικονομικού πεδίου από τις δυνάμεις της αυτορρυθμιζόμενης αγοράς. Η ίδια πολιτική ηγεσία, που αφού φρόντισε να οδηγήσει σε προθανάτιο στάδιο το σύνολο σχεδόν των εγχώριων επιχειρήσεων, ακόμη και των χωρίς αμφιβολία υγιών, προσπαθεί τώρα να εμφανίσει ως αποτέλεσμα προσήλωσης σε αρχές την πλήρη αδυναμία της να δράσει, επικαλούμενη μονότονα και με τρόπο ολοφάνερα ιδεοληπτικό τις ρήτρες των κοινοτικών οδηγιών και τις αρχές της επιχειρηματικής ελευθερίας.
Και προτρέπει αυτές τις επιχειρήσεις, κουνώντας μάλιστα καμιά φορά αυστηρά το δάκτυλο, να σπεύσουν στο πεδίο του ανταγωνισμού για να αντιμετωπίσουν τις εύρωστες ομόλογες τους, που έχοντας αναπτυχθεί σε υγιή περιβάλλοντα και αδρά χρηματοδοτούμενες διαθέτουν αξεπέραστο συγκριτικό πλεονέκτημα. Οι κοινοτικές οδηγίες, ως φερεντζές της τραγικής ανεπάρκειας, λοιπόν.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πρόκειται για τις ίδιες οδηγίες που παραβιάζονταν συστηματικά και με θρασύτητα για πολλές δεκαετίες, με τεράστια ζημία για την χώρα και με μόνο σκοπό την εξυπηρέτηση άνομων, παρασιτικών συμφερόντων, που διοχέτευαν μαζικά τον δημόσιο πλούτο στα ταμεία μεγάλων επιχειρήσεων του εξωτερικού, με αντάλλαγμα ένα καλούτσικο ποσοστό στις ελβετικές τράπεζες. Οι δεκάδες ή ακόμη και εκατοντάδες καταδικαστικές αποφάσεις του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Και, ταυτόχρονα, η πλήρης περιφρόνησή τους από την ελληνική διοίκηση αποδεικνύει και το θεσμικό έλλειμμα του οικοδομήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία δημιούργησε μια θαυμαστή έννομη τάξη, χωρίς, όμως, να φροντίσει και για την θέσπιση των διαδικασιών εκείνων που θα εξασφάλιζαν την αναγκαστική και πιστή εφαρμογή της.
Και κάτι ακόμη. Πλήθος από τις οδηγίες αυτές παραβιάζονταν και από άλλες, συνήθως τις πανίσχυρες χώρες της Ε.Ε. Την Γαλλία ή την Γερμανία για παράδειγμα. Και στις περιπτώσεις αυτές, όπως και σε μας, οι παραβιάσεις γίνονταν με την συμμετοχή ή την ανοχή της διοίκησης και της πολιτικής εξουσίας.
Με σκοπό, όμως, την προαγωγή εθνικών συμφερόντων και την προστασία τοπικών επιχειρήσεων, στις οποίες παρέχονταν το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, έναντι άλλων ομοειδών του εξωτερικού.
Ας μην πάμε πολύ μακριά. Μόλις πριν λίγες ημέρες η εμφανώς ανεπαρκής ηγεσία του υπουργείου δικαιοσύνης, ανακοίνωσε ως μείζονα αποκάλυψη, -σε αναζήτηση επικοινωνιακών τεχνασμάτων ασφαλώς-, την πολύ μπαγιάτικη είδηση, σύμφωνα με την οποία κάποιες πολυεθνικές επιχειρήσεις έχουν καταβάλλει υπέρογκα πρόστιμα στις αμερικανικές αρχές και σε αρχές άλλων χωρών, μετά από παραδοχή παράνομων πρακτικών διαφθοράς στην Ελλάδα, αποδεχόμενες επώδυνους εξωδικαστικούς συμβιβασμούς.
Την ίδια στιγμή, οι ίδιες αυτές βαριά ένοχες εταιρείες εξακολουθούν να προμηθεύουν με τα ακριβοπληρωμένα προϊόντα τους το ελληνικό δημόσιο, συνήθως χωρίς ανταγωνιστικές διαδικασίες, αλλά με απευθείας αναθέσεις, καταθέτοντας μάλιστα υπεύθυνες δηλώσεις, στις οποίες βεβαιούν ότι ουδέποτε έχουν διαπράξει αδίκημα σε σχέση με την επαγγελματική τους δραστηριότητα. Χωρίς κανένας να γνωρίζει, ούτε καν αυτά τα ίδια τα επιμελητήρια, -οι δημόσιοι υπάλληλοι των οποίων συντηρούνται από την υποχρεωτική συνεισφορά των επιχειρήσεων-, αν υπάρχουν ελληνικές παραγωγικές μονάδες που θα μπορούσαν να εξυπηρετήσουν αυτές την εγχώρια ζήτηση.
Με την οικονομία θνήσκουσα, την χώρα παράλυτη και πανικόβλητη και χωρίς κανένα απολύτως σχέδιο παραγωγικής δράσης, ένας πλήρως αναξιόπιστος πρωθυπουργός πηγαίνει για μια ακόμη πολιτική διαπραγμάτευση. Χάρη στις ανάγκες των εταίρων μας και για κανέναν άλλο λόγο θα του δοθεί πιθανόν λίγος ακόμη χρόνος.
Όχι για να κάνει κάτι που έχει σχεδιασθεί. Αλλά μήπως και προλάβει να μην πεθάνει πολιτικά ο ίδιος και ο στρατός του μέχρι να συνηθίσουν οι Έλληνες στην ιδέα ότι, μετά από μια σύντομη παραμονή στα σαλόνια της Ευρώπης, ήρθε η ώρα να επιστρέψουν στην φυσική, βαλκανική τους γειτονιά. Άλλωστε το δόγμα μας, τόσο καιρό σε κίνδυνο, ήταν ότι αυτούς έχουμε, με αυτούς θα πορευτούμε. Με άλλα λόγια, τόσοι είμαστε και τόσα μπορούμε.
ermippos.blogspot.g
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
BlogThis!
Μοιραστείτε το στο Facebook
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου