Γράφει ο
Ποιος; Ο Αντώνης Στεργιάκης. Ποιος είναι αυτός; Κάποιος επώνυμος; Οχι! Μπας και είναι τραγουδιάρης; Ούτε! Μήπως παρουσιαστής; Καθόλου! Α, κατάλαβα, Θα είναι αναλυτής σε τηλεοπτικά παραθύρια. Μπα, η ιδέα σου είναι. Τότε τι; Τίποτα. Ενας μικροσκοπικός τύπος ήταν. Από τους ανώνυμους. Οπως εκατομμύρια Έλληνες της δεκαετίας του '60.
Η διαδρομή του συμπυκνώνει όλα τα χαρακτηριστικά της πορείας των πατεράδων μας. Αφθονος ιδρώτας. Αφθονος κόπος. Αφθονη ανησυχία. Ατελείωτη πορεία. Ο ζωντανός ορισμός της προκοπής. Με τέτοιους Αντώνηδες η Ψωροκώσταινα του Εμφυλίου μεταμορφώθηκε σε χώρα με μπόλικο πλούτο και κάποια πνευματικότητα.
Τι να σου λέω τώρα. Αρχισε από πορτιέρης κινηματογραφικών αιθουσών. Ξέρεις τώρα. Αυτός που σου κόβει το εισιτήριο. Στην συνέχεια σκαρφάλωσε στο δωματάκι της προβολής και έγινε προβολατζής. Μετά αποφάσισε να καπαρώσει δική του αίθουσα. Και στο τέλος κατέληξε να φτιάξει την δική του φωλιά. Από το «Ελιζέ» και το «Μετροπόλ» της Πατησίων μέχρι το «Αλφαβιλ», την «Αττικα» που την χώρισε στα δύο, το Art Ecran και στο τέλος την υπόγα στο «Αστυ». Μόνος του. Μια σπιθαμή άνθρωπος κόντρα στους καρχαρίες. Τα θηρία άνοιγαν τα σαγόνια τους αλλά η σπιθαμή γλίστραγε, διέφευγε, κολύμπαγε, επιβίωνε. Μόνος εναντίον όλων. Σαν τους ήρωες καουμπόικων ιστοριών. Aυθεντικός Μοϊκανός!
Κοίτα να δεις πράγματα. Το παιδί της πόρτας. Το παιδί που κουβάλαγε τους καφέδες. Το παιδί με τον δίσκο «κοκ και σάμαλι». Το παιδί με το τίποτα, να κυνηγάει το κινηματογραφικό όνειρο. Ενας από τους ελάχιστους φρουρούς της κινηματογραφικής κιβωτού. «Αντώνη», τον ρωτούσες, «τι θά 'θελε η ψυχούλα σου»; «Να συναντηθώ», σου έλεγε, «με τον Μπέργκμαν, τον Αντονιόνι, τον Τζον Φορντ, τον Γκοντάρ, τον Ζαν Ρενουάρ, τον Αϊζενστάιν και με τον Γκρίφιθ. Με όλους αυτούς που αγαπώ. Με αυτούς που μου φτιάχνουν την ημέρα και που για χάρη τους αξίζει να ζω». Αυτός ήταν ο Αντώνης.
Ετσι σεμνά, ταπεινά πορεύτηκε. Και κατάφερε από το τίποτα να προχωρήσει ακόμα πιο μακριά. Οχι μόνο αιθουσάρχης αλλά και διανομέας, πίσω δηλαδή από ταινίες όπως «Μυστικά και ψέματα», όπως «Τα τραγούδια του δεύτερου ορόφου», όπως «Ανάμεσα στους τοίχους» ήταν το όνομα του Αντώνη Στεργιάκη και των δύο παιδιών του. Αρχοντας της γειτονιάς. Ο Έλληνας του φιλότιμου, της προκοπής, της σεμνότητας και της κινηματογραφικής περιπέτειας.
Τα γράφω όλα αυτά επειδή ο θάνατός του από ανακοπή καρδιάς δεν πέρασε ούτε στα ψιλά. Τα γράφω όλα αυτά για την τιμή των αυθεντικών ελληνικών όπλων. Τα γράφω όλα αυτά επειδή σ' αυτή την χώρα υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες πλάσματα που με την Πολιτεία τους τίμησαν και τιμούν τα άγια χώματα της πατρίδας μας.
Η διαδρομή του συμπυκνώνει όλα τα χαρακτηριστικά της πορείας των πατεράδων μας. Αφθονος ιδρώτας. Αφθονος κόπος. Αφθονη ανησυχία. Ατελείωτη πορεία. Ο ζωντανός ορισμός της προκοπής. Με τέτοιους Αντώνηδες η Ψωροκώσταινα του Εμφυλίου μεταμορφώθηκε σε χώρα με μπόλικο πλούτο και κάποια πνευματικότητα.
Τι να σου λέω τώρα. Αρχισε από πορτιέρης κινηματογραφικών αιθουσών. Ξέρεις τώρα. Αυτός που σου κόβει το εισιτήριο. Στην συνέχεια σκαρφάλωσε στο δωματάκι της προβολής και έγινε προβολατζής. Μετά αποφάσισε να καπαρώσει δική του αίθουσα. Και στο τέλος κατέληξε να φτιάξει την δική του φωλιά. Από το «Ελιζέ» και το «Μετροπόλ» της Πατησίων μέχρι το «Αλφαβιλ», την «Αττικα» που την χώρισε στα δύο, το Art Ecran και στο τέλος την υπόγα στο «Αστυ». Μόνος του. Μια σπιθαμή άνθρωπος κόντρα στους καρχαρίες. Τα θηρία άνοιγαν τα σαγόνια τους αλλά η σπιθαμή γλίστραγε, διέφευγε, κολύμπαγε, επιβίωνε. Μόνος εναντίον όλων. Σαν τους ήρωες καουμπόικων ιστοριών. Aυθεντικός Μοϊκανός!
Κοίτα να δεις πράγματα. Το παιδί της πόρτας. Το παιδί που κουβάλαγε τους καφέδες. Το παιδί με τον δίσκο «κοκ και σάμαλι». Το παιδί με το τίποτα, να κυνηγάει το κινηματογραφικό όνειρο. Ενας από τους ελάχιστους φρουρούς της κινηματογραφικής κιβωτού. «Αντώνη», τον ρωτούσες, «τι θά 'θελε η ψυχούλα σου»; «Να συναντηθώ», σου έλεγε, «με τον Μπέργκμαν, τον Αντονιόνι, τον Τζον Φορντ, τον Γκοντάρ, τον Ζαν Ρενουάρ, τον Αϊζενστάιν και με τον Γκρίφιθ. Με όλους αυτούς που αγαπώ. Με αυτούς που μου φτιάχνουν την ημέρα και που για χάρη τους αξίζει να ζω». Αυτός ήταν ο Αντώνης.
Ετσι σεμνά, ταπεινά πορεύτηκε. Και κατάφερε από το τίποτα να προχωρήσει ακόμα πιο μακριά. Οχι μόνο αιθουσάρχης αλλά και διανομέας, πίσω δηλαδή από ταινίες όπως «Μυστικά και ψέματα», όπως «Τα τραγούδια του δεύτερου ορόφου», όπως «Ανάμεσα στους τοίχους» ήταν το όνομα του Αντώνη Στεργιάκη και των δύο παιδιών του. Αρχοντας της γειτονιάς. Ο Έλληνας του φιλότιμου, της προκοπής, της σεμνότητας και της κινηματογραφικής περιπέτειας.
Τα γράφω όλα αυτά επειδή ο θάνατός του από ανακοπή καρδιάς δεν πέρασε ούτε στα ψιλά. Τα γράφω όλα αυτά για την τιμή των αυθεντικών ελληνικών όπλων. Τα γράφω όλα αυτά επειδή σ' αυτή την χώρα υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες πλάσματα που με την Πολιτεία τους τίμησαν και τιμούν τα άγια χώματα της πατρίδας μας.
Τα γράφω όλα αυτά επειδή οι ανώνυμοι και προκομμένοι είναι τα μοναδικά δημιουργικά «εργαλεία» με τα οποία μπορούμε τώρα να ξαναφτιάξουμε την Ελλάδα χωρίς υποκρισία, ψευτιά, απάτες και όλα αυτά τα άθλια και παρακμιακά. Τα γράφω όλα αυτά επειδή-και κόβω το σβέρκο μου γι' αυτό- κάποτε θα γίνει πραγματικότητα η πασίγνωστη προφητεία των γήινων αγγέλων και των αγνών ψυχών: Οι έσχατοι έσσονται πρώτοι!
http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=485775
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου